Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Θα μου επιτρέψετε να διαρθρώσω τα επιχειρήματα υπέρ του νομοσχεδίου σε έξι σημεία.
Το πρώτο σημείο είναι ότι σε μία κοινοβουλευτική δημοκρατία του δυτικού κόσμου δεν έχει πολλές φορές κανείς την ευκαιρία να νομοθετήσει υπέρ της άρσης των διακρίσεων και της επέκτασης των δικαιωμάτων. Νομίζω ότι αν υπάρχει κάτι στο οποίο όλοι μπορούμε να συμφωνήσουμε είναι ότι η συνεδρίαση αυτή έχει, εκ των πραγμάτων, έναν ιστορικό χαρακτήρα. Η άρση των διακρίσεων και η επέκταση των δικαιωμάτων είναι -σε δύο γραμμές- η ιστορία της Δύσης στην οποία ανήκουμε. Το αποτέλεσμα είναι, μέσω όλης αυτής της διαχρονικής επέκτασης δικαιωμάτων, πως με όλα τα ελαττώματα και με όλα τα προβλήματα που μπορεί να τις χαρακτηρίζουν, οι κοινωνίες και οι δημοκρατίες τις οποίες ζούμε σήμερα είναι πολύ καλύτερες από εκείνες του παρελθόντος. Γιατί πολύ απλά οι πολίτες απολαμβάνουν πολύ περισσότερα δικαιώματα, πολύ περισσότερες ελευθερίες.
Στο δεύτερο σημείο θα μου επιτρέψετε να κάνω μια προσωπική αναφορά από τα φοιτητικά μου χρόνια. Εάν υπάρχει μία ηθική φιλοσοφία την οποία θυμάμαι χαρακτηριστικά από τα βιβλία της φιλοσοφίας είναι εκείνη του John Rawls όπου μιλάει για το λεγόμενο «πέπλο της άγνοιας». Δηλαδή, το ότι σε κάθε ηθικό θέμα θα πρέπει να το αξιολογήσω σαν «εσύ να μην είσαι εσύ» και να βλέπεις τον εαυτό σου στην θέση του οποιουδήποτε άλλου – να είναι αβέβαιο το πώς θα γεννιόσουν και σε τι θα εξελισσόσουν -και να βλέπεις και να κρίνεις την εξέλιξη της πολιτικής, της κοινωνίας, της ηθικής δικαιοσύνης με βάση εκείνο το σενάριο και πάνω σε αυτό να μπορείς να αξιολογήσεις την οποιαδήποτε πολιτική και την οποιαδήποτε απόφαση. Εάν πάρει κανείς αυτόν τον ηθικό κανόνα το οποίο για να το πει κανείς απλά είναι «το να βάζεις τον εαυτό σου στη θέση του άλλου», η ενσυναίσθηση ως ηθική αξία, η αξία του παρόντος νομοσχεδίου και το ηθικό του πρόσημο καθίστανται αυταπόδεικτα.
Τρίτο σημείο. Όπως έχει ήδη ειπωθεί στη συνεδρίαση, μόνοι άνδρες, μόνες γυναίκες υιοθετούν και μεγαλώνουν παιδιά από το 1946 και μετά στη χώρα μας, όπως επιτρέπεται από τον Αστικό Κώδικα. Κάποιοι από αυτούς τους ανθρώπους μπορεί να ζήσουν στη συνέχεια με ανθρώπους διαφορετικού φύλλου. Επικυρώνουν τη σχέση τους, κατοχυρώνουν τα παιδιά τους με έναν γάμο, κάποιοι άλλοι μπορεί να ζουν και να μεγαλώνουν τα παιδιά τους με άτομα του ίδιου φύλλου όμως ελλείψει της δυνατότητας του πολιτικού γάμου δεν έχουν οι ίδιοι και τα παιδιά τους πρόσβαση σε κρίσιμα δικαιώματα. Η θεσμοθέτηση του πολιτικού γάμου ομόφυλων ζευγαριών έρχεται να προσφέρει στα παιδιά αυτά αστικά δικαιώματα και την ίδια νομική προστασία με την οποία μεγαλώνουν τα παιδιά ετερόφυλων ζευγαριών. Δεν μπορούμε να δείξουμε αδιαφορία απέναντι σε αυτά τα παιδιά. Λέμε π.χ. ότι δήθεν «δεν πειράζει να έχουν λιγότερα δικαιώματα από άλλους» επειδή όπως υποστηρίζεται από κάποιους «είναι λίγα;».
Το επιχείρημα αυτό περί του μικρού αριθμού θα έπρεπε, ενδεχομένως, να ενισχύει τη θέση ότι η διευθέτηση των δικαιωμάτων αυτών θα έπρεπε να είναι μία εύκολη υπόθεση. Η ουσία του θέματος, ο πυρήνας του προβλήματος που επιλύουμε είναι ότι δεν θέλουμε τα παιδιά που μεγαλώνουν σε ομόφυλες οικογένειες και στερούνται της νομικής υποχρέωσης προς τον ένα γονέα να συνεχίζουν να είναι εκτεθειμένα σε κινδύνους: αν χαθεί ο αναγνωρισμένος γονιός, τα παιδιά να καταλήγουν σε ίδρυμα, αν χαθεί το άλλο πρόσωπο, τα παιδιά, να μην έχουν δικαίωμα στην περιουσία του, να μην έχει δικαίωμα το άλλο πρόσωπο να προσφέρει στο παιδί πάνω σε εκπαιδευτικά ή ιατρικά θέματα. Αυτά είναι σοβαρά ενδεχόμενα που δεν πρέπει να συνεχίσουν να υπάρχουν ως δυνητικοί κίνδυνοι.
Τέταρτη παρατήρηση. Κάποιοι εκφράζουν την ανησυχία τους για το σχολικό εκφοβισμό και το bullying ότι δήθεν θα ενταθεί. Αλλά, το bullying σε βάρος αυτών των παιδιών στα σχολεία θα λειανθεί αν πάψει η κοινωνία μας να τα αντιμετωπίζει ως διαφορετικά. Η θεσμική αναγνώριση της ισότητας δικαιωμάτων των παιδιών συνιστά αντίδοτο. Και η εξάλειψη των διακρίσεων στα σχολεία είναι προφανώς προτεραιότητα μας στο Υπουργείο Παιδείας. Ο εκφοβισμός εκδηλώνεται κι εξαπλώνεται εκεί που νομιμοποιείται η ύπαρξη των προκαταλήψεων. Ο ισχυρότερος ρυθμιστικός θεσμός δεν είναι άλλος από το Κράτος και η διαφορετική θεσμική συγκρότηση μπορεί να συμβάλει σε μία ακόμα καλύτερη κοινωνία.
Πέμπτο σημείο. Οι σχέσεις Πολιτείας και Εκκλησίας, οι ρόλοι είναι διακριτοί αλλά οφείλουν να χαρακτηρίζονται και χαρακτηρίζονται διαχρονικά από τον όρο συναλληλία. Αυτό σημαίνει ότι έχουν θεσμικά αποτυπωμένους ρόλους στο Σύνταγμα αλλά πρέπει να υπάρχει συναλληλία μεταξύ τους για να μπορούν να ασκήσουν αυτούς τους ρόλους σε πληρότητα. Κι έτσι, παρά το γεγονός ότι ενίοτε υπάρχουν διαφορετικές απόψεις και προσεγγίσεις, θα ήθελα και προσωπικά να τονίσω ότι τιμούμε και σεβόμαστε την Εκκλησία και για το γεγονός ότι έχει αποδείξει πως οι διαφωνίες, σε ηθικό ενίοτε επίπεδο, με ανθρώπους και ομάδες δεν ισοδυναμεί με αποκλεισμό των ανθρώπων και των ομάδων αυτών από τις τάξεις της. Δεν αποκλείει οποιονδήποτε δεν συμβαδίζει με τις πλευρές του χριστιανικού ηθικού κώδικα από την είσοδο στην Εκκλησία. Δεν τους στερεί το δικαίωμα στην ελπίδα της θρησκείας. Η διττή και βαθιά σοφή στάση αυτή συμβάλλει στην κοινωνική ειρήνη, στην κοινωνική συνοχή, στην κοινωνική πρόοδο.
Έκτο και τελευταίο σημείο. Κυρίες και κύριοι κάποιοι από μας μπήκαμε στην πολιτική αποφασισμένοι ότι θα κληθούμε να πάρουμε δύσκολες αποφάσεις, ο καθένας με βάση την αυτοτοποθέτησή του, το είναι του και τις βαθιά εδραιωμένες πεποιθήσεις του. Είναι εκ των πραγμάτων μία από αυτές τις στιγμές. Η Κυβέρνηση δεν διστάζει να φέρει προς ψήφιση ένα νομοσχέδιο που κρίνει ότι αποκαθιστά μία αδικία, ένα νομοσχέδιο μέσω του οποίου, δίνουμε το χέρι σε συμπολίτες μας αντί να τους κουνάμε το δάχτυλο. Και κυρίως αγκαλιάζουμε τον κάθε πολίτη, αγκαλιάζουμε το κάθε παιδί. Η ασφάλεια, η σταθερότητα και η ευτυχία του κάθε παιδιού είναι υποχρέωσή μας. Και ακριβώς γι’ αυτό το λόγο, σας καλώ να υπερψηφίσετε το παρόν σχέδιο νόμου.
Σας ευχαριστώ πολύ.