Πόσο δίκιο έχει ο Αλμπέρτο Μανγκέλ, συγγραφέας της «Ιστορίας της Ανάγνωσης», όταν λέει ότι «το διάβασμα είναι η ουσιαστικότερη λειτουργία μας μετά την αναπνοή»; Η φράση του μου ήρθε στον νου καθώς περίμενα τον υπουργό Επικρατείας και Ψηφιακής Διακυβέρνησης Κυριάκο Πιερρακάκη, υποψήφιο πρώτη φορά με τη Νέα Δημοκρατία στην Α’ Αθηνών, με φόντο την τεράστια βιβλιοθήκη του γραφείου του κάπου στο Μενίδι (στο πατρικό σπίτι της συζύγου του) – ναι, ζουν και υπουργοί στο Μενίδι, προς αποδόμηση κοινωνικών στερεοτύπων και συνταγών lifestyle.
Διαβάζουμε για να καταλάβουμε, ή για να αρχίσουμε να καταλαβαίνουμε, «διαβάζουμε» τον εαυτό μας και τον κόσμο γύρω μας, ώστε να δούμε ποιοι είμαστε, εξηγεί ο Μανγκέλ. Και ο πιο hi – tech υπουργός της κυβέρνησης έρχεται αναπάντεχα να τον επιβεβαιώσει: με χάρτινες βιβλιαποσκευές κατεβαίνει στον σκληρό εκλογικό στίβο, κι ας μιλούν όλοι μόνο για τα ψηφιακά επιτεύγματά του. Ο αξιωματούχος των 1.540 ψηφιακών υπηρεσιών έχει αφιερώσει πολλές ώρες από τη ζωή του για τα πονήματα του Κράιτον, του Ασίμοφ και του Τόλκιν για τις βιογραφίες του Ουίνστον Τσώρτσιλ και του Λίντον Τζόνσον.
«Τα βιβλία μου άνοιξαν παράθυρα», εξηγεί ο υπουργός. «Παράθυρα γνώσης. (…) Για μένα το βιβλίο ήταν ο βασικός μηχανισμός κινητικότητας, mobility που λένε οι αγγλοσάξονες, στη ζωή μου. Αυτός δεν είναι άλλωστε και ο μηχανισμός προόδου στην Ελλάδα, το greek dream; Μέσω της εκπαίδευσης, κυρίως μέσω του βιβλίου».
Η βιβλιοθήκη είναι πολυσυλλεκτική – όπως και η πολιτική διαδρομή του. Το μάτι πέφτει σε βιβλία του Παναγιώτη Κανελλόπουλου πάλαι ποτέ Πρωθυπουργού, αρχηγού της ΕΡΕ, και πλείστα όσα για τον Ουίνστον Τσώρτσιλ, πρώην βρετανό Πρωθυπουργό. Στο ξεφύλλισμα ενός από αυτά, «Churchill: Walking with Destiny», αποκαλύπτεται ότι η έκδοση είναι …μισοκατεστραμμένη: κόκκινες μολυβιές παντού, υπογραμμίσεις για κάθε τι που θεωρείται σημαντικό από τον αναγνώστη.
Το «νούμερο ένα» μάθημα και οι εκλογές
Υπουργός : «Η ωραιότερη βιογραφία που έχω διαβάσει για τον Τσώρτσιλ – αγαπώ ιδιαίτερα τις βιογραφίες – είναι αυτή του Άντριου Ρόμπερτς. Συγκλονιστικό βιβλίο – δείτε και πώς το έχω κάνει… Όπως ήταν φοβερή και η ερμηνεία του Γκάρι Ολντμαν στην ταινία («Η πιο σκοτεινή ώρα»), πιο ωραία κι από το ίδιο το φιλμ».
Ερώτηση : «Θεωρείται όντως υποδειγματική η συγκεκριμένη βιογραφία. Ύστερα από αυτή, όμως, εκδόθηκε άλλη, «H σκιά του Τσώρτσιλ» – «Churchill’s shadow», στην οποία ο ηγέτης χαρακτηρίζεται μέθυσος και νάρκισσος, φωτίζονται δηλαδή αρνητικά χαρακτηριστικά του και γενικώς απομυθοποιείται με βάση κριτήρια σημερινά. Συμφωνείτε με αυτή την προσέγγιση, του αναθεωρητισμού;».
Υπουργός: «Όχι. Πιστεύω ότι τα πάντα στη ζωή σχετίζονται με τα συμφραζόμενά τους, με το πλαίσιό τους. Πρέπει να μπορείς τον καθένα να τον κρίνεις μέσα στον συγκεκριμένο χρόνο που έδρασε και με βάση τις συγκεκριμένες συνιστώσες που έπρεπε να διαχειριστεί. Σε γενικές γραμμές, ο Τσώρτσιλ είναι μία γιγάντια προσωπικότητα. Τον θαυμάζω απεριόριστα, κυρίως λόγω αυτών των αντιφάσεων που περιγράφετε. Νομίζω ότι ιδίως εκείνη την περίοδο ήταν πολύ δύσκολο να αποκαλυφθούν τα τρωτά σημεία ενός χαρακτήρα, μιας συμπεριφοράς. Πλέον αυτό είναι καθημερινότητα, κάθε κινητό τηλέφωνο έχει μία κάμερα και ένα μικρόφωνο πάνω του, ανά πάσα στιγμή μπορεί κάποιος να καταγράψει μια πράξη σου, να αναρτήσει κάτι στα social media, υπάρχει τρομερή κινητικότητα. Τότε ο χρόνος ήταν πιο «αραιός» – να το πω έτσι.
Διάβαζα τις προάλλες μια ατάκα του Ανδρέα Παπανδρέου, φοβερά ενδιαφέρουσα: «ο μύθος θεμελιώνεται στην απόσταση». Εκ των πραγμάτων, η συγκεκριμένη εποχή έχει ελαχιστοποιήσει τις αποστάσεις. Άρα, μειώνει λίγο και την έννοια του μύθου. Θέλω να πιστεύω παρόλα αυτά, ότι δεν θα καταρριφθούν όλοι οι μύθοι, απλώς θα διαμορφωθούν αλλιώς, θα δημιουργηθούν με βάση τα συμφραζόμενα της δικής μας εποχής, σαφώς δυσκολότερης, με άλλες ανάγκες.
Σε κάθε περίπτωση, το πολύ ενδιαφέρον με τον Τσώρτσιλ είναι η ιστορία της αποτυχίας του σε προσωπικό επίπεδο. Είναι πολλά μαθήματα πολιτικής ιστορίας, μαζί. Πώς ενώ το 1945 κερδίζει τον πόλεμο, χάνει τις εκλογές. Το «νούμερο ένα» μάθημα που μπορεί ένας πολιτικός να έχει για τις εκλογές παράγεται από αυτή την ήττα του Τσώρτσιλ. Οι εκλογές αφορούν πάντοτε το «μετά», ποτέ το «πριν». Δεν είναι ποτέ απολογιστικού χαρακτήρα. Το τι έχεις κάνει απλώς αντανακλά την αξιοπιστία σου για όσα λες ότι θα κάνεις. Κι αυτή είναι μία αναλογία με τον Ελευθέριο Βενιζέλο στις εκλογές του 1920, μετά τη Συνθήκη των Σεβρών».
«Ο εγγονός του Κούλη», η Αμερική και η «Ελευθερία»
Μοναχοπαίδι, με πατέρα ιατρό χειρουργό και μητέρα δικηγόρο, ο Κυριάκος Πιερρακάκης μεγάλωσε στα Κάτω Πατήσια, πήγε σχολείο στη Λεόντειο, πήρε το πρώτο πτυχίο του από το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και συνέχισε τις σπουδές του στο ΜΙΤ και το Χάρβαρντ. Ο πρώτος από το «σόι» με αυτό το επώνυμο που έκανε τέτοιο βήμα… Μα, για στάσου: γιατί Πιερρακάκης και όχι, ας πούμε, Πιερρακάκος; Μανιάτης είναι, με έδρα τις Κροκεές.
«Πιερρακάκης, παρότι από τη Μάνη», λέει ο υπουργός. «Πολλά χρόνια πίσω, το επώνυμό μου είναι από την Αρεόπολη. Ο παππούς μου ήταν ο Κυριάκος, ή -όπως λέμε στην Μάνη- Κούλης, Πιερρακάκης. Στην Αρεόπολη είμαι γνωστός ως «εγγονός του Κούλη». Το πατρικό σπίτι του προπάππου μου, του Στέφανου Πιερρακάκη, ήταν στην πλατεία. Στην πραγματικότητα ήταν ο γαϊδουράς της Αρεόπολης. Είχε γαϊδουράκια και μετακινούσε προϊόντα από το Λιμένι, δω και κει.
Τυφλώθηκε στη μάχη του Σαγγαρίου, είχε χάσει σε μεγάλο βαθμό την όρασή του, κατά 90% περίπου αν θυμάμαι καλά. Γύρισε πίσω περπατώντας από τη Μικρά Ασία – είναι κομμάτι της οικογενειακής ιστορίας αυτό – και έκτοτε βιοποριζόταν από τις μεταφορές με τα γαϊδουράκια. Έκανε τέσσερα παιδιά: τρία αγόρια και ένα κορίτσι.
Υπάρχει μία πολύ χαρακτηριστική ασπρόμαυρη φωτογραφία, μου την έδωσε συγγενικό μου πρόσωπο προτού ξεκινήσω για την Αμερική – 22 ετών ήμουν. Με «όρκισε», πολύ θεατρικά, να μην ανοίξω τον κλειστό φάκελο παρά μονάχα όταν βρεθώ στο αεροπλάνο. Ηταν από τις πιο συγκινητικές στιγμές της ζωής μου.
Στη φωτογραφία απεικονίζονται τέσσερα παιδάκια, ξυπόλητα, ο παππούς και τα τρία αδέλφια του, με τη μάνα τους. 1934, Αρεόπολη. Το μήνυμα της συμβολικής αυτής κίνησης ήταν σαφές. Παρά τις δυσκολίες, τις περιπέτειες, όλα τα παιδιά κατάφεραν να προοδεύσουν. Όπως και τα δικά τους παιδιά. Ο παππούς μου είχε μεταφορική εταιρεία, με φορτηγά, κάνοντας δρομολόγια από τη Λακωνία στην Αθήνα. Ο πατέρας μου έγινε χειρουργός. Κι εγώ έφευγα για να συνεχίσω τις σπουδές μου στην Αμερική. Ο συμβολισμός υπάρχει λίγο πολύ σε κάθε ελληνική οικογένεια. Στόχος είναι το «άλμα». Αυτό που λέγαμε πιο πριν, περί κοινωνικής κινητικότητας, κι ας μην είναι τόσο εύηχο στα ελληνικά. Πρόκειται για το κύριο αφήγημα, το όνειρο κάθε ελληνικής οικογένειας, μετά τον πόλεμο, με βασικό άξονα την εκπαίδευση: να μπουν τα παιδιά τους στο Πανεπιστήμιο».
Αρχικώς, το Παρίσι φάνταζε ως ο πιθανότερος τόπος σπουδών – τι πιο φυσικό για έναν μαθητή της Λεοντείου. Ο πατέρας του ήταν εξάλλου μέλος της γαλλικής χειρουργικής εταιρείας κι έτσι ταξίδια στην Πόλη του Φωτός γίνονταν συχνά. Τελικά, θα πάει στην άλλη άκρη του Ατλαντικού. Η στήριξη; Μεγάλη, ένα παιδί έχουν οι άνθρωποι… Υποτροφίες θα ενισχύσουν την προοπτική. Ο «μικρός» θα το πιστέψει και θα το πραγματοποιήσει.
«Η φράση του Ρούσβελτ «το μόνο που έχουμε να φοβηθούμε είναι ο ίδιος ο φόβος» είναι ολόσωστη», λέει ο υπουργός. «Το πιο δύσκολο πράγμα είναι να σπάσει κανείς τα προσωπικά του ταμπού, τις ανασφάλειες και τις φοβίες του. Στη δική μου περίπτωση, έπαιξαν ρόλο οι δάσκαλοι, τα βιβλία και οι ταινίες, οι ιστορίες τρίτων, η εγγύτητα με ανθρώπους που είχαν κάνει το ίδιο. Οι Λάκωνες, άλλωστε, έχουμε μεγάλη διακλάδωση σε ολόκληρο τον πλανήτη, στην Αμερική, στον Καναδά, στην Αυστραλία».
Τα αμερικανικά πανεπιστήμια θα ενσταλάξουν στην προσωπικότητά του «την εφικτότητα των στόχων». Τίποτε δεν είναι άπιαστο, και όλα γίνονται. «Παρά το γεγονός ότι μπορείς να μάθεις καταπληκτικά γράμματα στα ελληνικά πανεπιστήμια, εντούτοις υπάρχει μία και βασική εκπαιδευτική διαφορά, στη μέθοδο, στη φόρμουλα, στο πώς διδάσκονται μερικά πράγματα», τονίζει ο υπουργός. «Σε ένα πανεπιστημιακό ίδρυμα όπως η Σχολή Διακυβέρνησης Τζον Φ. Κένεντι στο Χάρβαρντ (Harvard Kennedy School), η λογική ήταν να διδάσκεσαι μέσα από επιτυχίες και αποτυχίες άλλων, με περισσή ειλικρίνεια, χωρίς ταμπού και φόβο απέναντι στην έννοια της αποτυχίας – στην Ευρώπη, τη φοβόμαστε την αποτυχία. Παράδειγμα: είχα ένα καθηγητή που μου έκανε μακροοικονομικά στο Χάρβαρντ, ο οποίος ήταν στο οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης της Αργεντινής τον καιρό της χρεοκοπίας της χώρας. Φοβερά καταρτισμένος, με κορυφαία διδακτορικά, ο άνθρωπος αυτός επελέγη από ένα μεγάλο Πανεπιστήμιο μετά την αποτυχία του στην πολιτική. Και ο ίδιος – από τους καλύτερους δασκάλους που είχα – δεν δίσταζε να παραδεχθεί την ώρα που έγραφε εξισώσεις στον πίνακα, «παιδιά αυτό δεν δούλεψε στη δική μου περίπτωση…». Με αυτοσαρκασμό και ταπεινότητα.
Το δεύτερο που θεωρώ ότι μου άφησε η Αμερική είναι η απομυθοποίηση. Τι εννοώ: έρχονταν νομπελίστες καθηγητές στο Πανεπιστήμιο και μας παρότρυναν να τους μιλάμε με το μικρό τους όνομα. Δεν υπήρχε το «από καθέδρας», απουσίαζε η απόσταση και η προσπάθεια θεμελίωσής της. Ειδικά οι Ευρωπαίοι αισθανόμασταν αμήχανα… Μπορείς όμως να είσαι ευγενής στην εγγύτητα, η απόσταση μόνο ανασφάλεια θέσης δηλώνει.
Η δική μας κουλτούρα, σε συνδυασμό με αυτό το πνεύμα, έχει πολλά να δώσει. H επιχειρηματικότητα παίζει μεγάλο ρόλο: το «επιχειρείν», η προσπάθεια να στήσεις κάτι, απαιτεί ομάδες. Η ομαδικότητα δημιουργεί τριβή. Και η τριβή αυξάνει την εγγύτητα. Έχω την εντύπωση ότι όσο πιο πολύ λειτουργούμε ως ομάδες και όχι ως μονάδες, τόσο περισσότερο κατακτάται αυτό το πνεύμα.
Δείτε το και με πράγματα που πετύχαμε. Η επιχείρηση «Ελευθερία», το πρόγραμμα εμβολιασμού της χώρας, ήταν από τις δυσκολότερες ασκήσεις εφοδιαστικής αλυσίδας μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Έπρεπε να λύσουμε πολλαπλά παζλ σε ολόκληρη την επικράτεια, ταυτόχρονα: από το πού και το πώς θα συντηρηθεί η θερμοκρασία των -70 βαθμών Κελσίου για να είναι ασφαλές το εμβόλιο της Pfizer ως την προτεραιοποίηση του πληθυσμού με βάση την ηλικία, με βάση τα νοσήματα. Να μην χαθεί ούτε ένα εμβόλιο, να μη συναντήσει ο κόσμος «ουρές», να υπάρχει σύστημα ψηφιακό που να λέει σε πραγματικό χρόνο τι έχει συμβεί, για να μπορούμε να έχουμε αποδεικτικά εμβολιασμού. Αυτό, λοιπόν, στήθηκε σε επτά εβδομάδες. Λειτούργησε γιατί υπήρξε ομαδικό πνεύμα, επειδή θεμελιώθηκε η λογική και η κουλτούρα της ομάδας. Προσωποποιούνται πολλά πράγματα στον Πρωθυπουργό και σε μένα, αλλά στην πραγματικότητα είναι δουλειά πολλών ανθρώπων».
Ο Κυριάκος Πιερρακάκης σηκώνεται από τη θέση του και ψάχνει στα ψηλότερα ράφια «το βιβλίο δημοφιλούς (σσ: και μάλλον αγαπημένου του) μαθήματος: «Reasoning from History». Πώς, με βάση ιστορικά γεγονότα, μπορεί κανείς να βρει αναλογίες, διεξόδους, τρόπους για το πώς θα χειριστεί τα τρέχοντα.
«Το δύσκολο είναι να αντιμετωπίζεις πολύ καινούργιες περιστάσεις, όπως αυτή της πανδημίας, στο πρώτο λοκντάουν. Είχαμε την ισπανική γρίπη το 1918, είχαμε τη γρίπη στη Γαλλία το 1968, αλλά ποτέ ανάλογο φαινόμενο σε τόσο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον. Δεν διαθέταμε αντίστοιχα εργαλεία χειρισμού…».
Το «βρώμικο ’89» και ο Αβέρωφ
Μόλις 40 ετών, ο υπουργός ανήκει στη γενιά των millennials και μοιάζει να μην έχει πολιτικά στεγανά, ιδεολογικές αγκυλώσεις.
«Το πιο ενδιαφέρον είναι να μπορεί να ενσωματώνει κανείς την άλλη άποψη», καταθέτει ο ίδιος. «Ξέρετε, αυτό είναι και κομμάτι της αγωγής που έχει ο καθένας μας, των οικογενειακών και των προσωπικών του παραστάσεων. Γεννήθηκα το 1983 και μεγάλωσα σε μία οικογένεια που το ένα της κομμάτι ήταν ΝΔ και το άλλο της κομμάτι ήταν ΠΑΣΟΚ. Στα χρόνια πριν από τη Χούντα ήταν ΕΡΕ και Ένωση Κέντρου. Είμαστε όλοι Λάκωνες, όλοι, παππούδες, γιαγιάδες, από την Λακωνία. Η οικογένεια διέθετε δύο σκέλη, με πολλά περισσότερα κοινά από όσα συνειδητοποιούσαν, ωστόσο στην μεγάλη πολιτική συνισταμένη είχαν διαφορετικές αντιλήψεις. Οπότε έχω αναμνήσεις έξι ετών – όσο και εάν φαίνεται περίεργο – από τα οικογενειακά τραπέζια του 1989. Ανθρωποι που αγαπούσα πάρα πολύ μπορούσαν να έχουν τόσο αντιθετικές απόψεις μεταξύ τους…
Νομίζω πάντως ότι έχουν χαλαρώσει τα στεγανά στην εποχή μας. Η αρχική ορολογία περί Αριστεράς και Δεξιάς προέρχεται από τις θέσεις στις οποίες κάθισαν κάποτε οι αντιπρόσωποι στα έδρανα της γαλλικής Εθνοσυνέλευσης. Η μία πλευρά ήταν εκείνη που ήθελε να συντηρήσει, η άλλη πλευρά ήταν εκείνη που ήθελε να αλλάξει πράγματα. Οι «ταμπέλες», τα σύμβολα μεταβάλλονται μέσα στον χρόνο. Το θέμα είναι απλώς η Ελλάδα, και κάθε χώρα, να μην εγκλωβίζεται σε έννοιες και σύμβολα του παρελθόντος. Κάθε γενιά δίνει τις δικές της μάχες. Ασφαλώς και οφείλει να μαθαίνει από την προηγούμενη, να αγαπά την προηγούμενη, να ενσωματώνει την προηγούμενη. Το νέο γεννιέται από τη μήτρα του παλιού. Τα βιβλία, συνήθως, αντανακλούν την ιστορία, το χθες. Το παρελθόν μπορεί να έχει πάρα πολύ μεγάλη επικαιρότητα. Όλα έχουν να κάνουν με το πώς τα μεταβολίζεις».
Δίπλα στα βιβλία, υπάρχει μια μικρή κάβα με κρασιά, «δώρα, δώρα!» εξηγεί ο υπουργός, χωρίς να απεκδύεται τον χαρακτηρισμό του bon vivant. Επιλέγει να οδηγήσει τη συζήτηση ένα βήμα πιο πέρα.
«Η ιστορία του ελληνικού οίνου είναι μία ιστορία επιτυχίας των τελευταίων δεκαετιών. Πώς η Ελλάδα καταφέρνει μέσα σε λίγες δεκαετίες να φύγει από 4 – 5 ετικέτες και να περάσει σε πολύ μεγάλη παραγωγή, με καταπληκτικά κρασιά.
Θα δείτε ανάμεσα στα βιβλία ότι υπάρχουν αρκετά του Ευάγγελου Αβέρωφ, και κάποια για τον Ευάγγελο Αβέρωφ. Θεωρώ ότι η ιστορία του δεν είναι ευρύτερα γνωστή, ειδικά στις νεότερες γενιές: ο άνθρωπος αυτός έζησε δέκα ζωές σε μία, πέραν της ενδιαφέρουσας πολιτικής διαδρομής του – ένας από τους αγαπημένους νέους πολιτικούς του Παπαναστασίου, μετά υπουργός του Κωνσταντίνου Καραμανλή και στενός του συνεργάτης, αργότερα πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας. Το πιο ενδιαφέρον για μένα, όμως, είναι η παρέμβασή του στο Μέτσοβο. Πώς σε συνεργασία με τον Τοσίτσα, δημιουργεί τόσα πολλά, ιδρύματα, κληροδοτήματα, αλλά και παράγει σε ένα μέρος όπως το Μέτσοβο – εξ ου και ο συνειρμός με το κρασί- το «Κατώγι Αβέρωφ». Επιτυγχάνει σταδιακά την ανάπτυξη ενός ολόκληρου τόπου. Φοβερό μοντέλο ζωής για οποιονδήποτε θέλει να έχει παρέμβαση στον δημόσιο χώρο».
To πολιτισμικό ίχνος
Ερώτηση: Θα θέλατε κι εσείς να αφήσετε παρόμοιο πολιτισμικό ίχνος, στη Μάνη ή αλλού;
Υπουργός: Θα ήταν πολύ μεγάλο προνόμιο να μπορέσει κανείς να αφήσει τέτοιου τύπου ίχνος. Θα έλεγα ότι όχι μόνο εγώ, πολλοί πρέπει να εμπνευστούμε από ανάλογα παραδείγματα. Σημείο – κλειδί είναι να βρίσκεις την έμπνευση, όχι απλώς να επαναλαμβάνεις. Να παίρνεις το άρωμά των γεγονότων και των ανθρώπων που έζησαν πριν από εσένα, να το ενσωματώνεις σε αυτό που θέλεις να πετύχεις εσύ, με προϋπόθεση το αίσθημα του ανήκειν».
Οδηγώντας από το Μενίδι στο κέντρο της Αθήνας, η αίσθησή μου ήταν παγιωμένη : η συνέντευξη έγινε με πολιτικό που δεν αποτελεί συνήθη περίπτωση στην πολιτική. Τον Πιερρακάκη τον καλείς άνετα σε δείπνο. Να σου μιλάει για τα road trips, τα ταξίδια με αυτοκίνητο, που του αρέσουν – «δυο είναι τα ωραιότερα ταξίδια που έχω κάνει στη ζωή μου : στις Ηνωμένες Πολιτείες, στην ανατολική ακτή, από τη Φλόριντα μέχρι τη Βοστόνη (βγαίναμε από τον αυτοκινητόδρομο και πηγαίναμε στη Σαβάνα της Τζόρτζια, στο Τσάρλεστον, στην Ουάσινγκτον, στη Βιρτζίνια) και στη Νορβηγία, στα φιόρδ και στο Μπέργκεν, από τις ομορφότερες πόλεις στον κόσμο».
Να σου περιγράφει πώς αφιερώνει τον συντριπτικά λιγοστό ελεύθερο χρόνο του στα τρία του παιδιά (χάρμα), 7, 5,5 και 5,5 (καθότι δίδυμα), πώς «ζηλεύει» τον Φρανσουά Μιτεράν που διάβαζε κατά τον βιογράφο Φίλιπ Σορτ δυο ώρες στην ανάπαυλα τα μεσημέρια, και μάλιστα βαριά γαλλική λογοτεχνία – πού τώρα αυτά, άλλες εποχές το ’80 και το ’90. Να σου εξηγεί με ενθουσιασμό γιατί είναι κορυφαία όλων η βιογραφία του πολεοδόμου της Νέας Υόρκης Ρόμπερτ Μόουζες (The Power Broker) από τον δημοσιογράφο Ρόμπερτ Κάρο. Να σου ομολογεί την πίστη του στον Θεό, επιμένοντας στην ανάγνωση της θρησκείας μέσα από την κοινωνική προσφορά, κομμάτι του αξιακού πυρήνα του σχολείου του, της Λεοντείου.
Συμφωνείς ή διαφωνείς, πάντως δεν χασμουριέσαι. Σπάνιο, σωστά;