Έχετε μιλήσει για το στόχο να μετατραπεί η Ελλάδα σε διεθνή κόμβο εκπαίδευσης. Πώς θα το επιτύχετε;

Η διεθνοποίηση της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης αποτελεί κεντρικό μας στόχο. Βλέπουμε παραδείγματα γειτονικών μας χωρών, όπως η Ιταλία ή η Κύπρος, που έχουν δημιουργήσει ισχυρά περιφερειακά κέντρα εκπαίδευσης. Αυτό εμείς έως τώρα δεν το έχουμε καταφέρει και ήρθε η ώρα να το κατακτήσουμε, γιατί διαθέτουμε εξαιρετικό ανθρώπινο δυναμικό στα δημόσια Πανεπιστήμιά μας, αλλά και μια εξαιρετικά δυναμική ακαδημαϊκή διασπορά. Για να το πετύχουμε κινούμαστε σε τρεις άξονες. Ο ένας είναι η διεθνοποίηση του δημόσιου συστήματος τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, μέσα από τη συνεργασία των ελληνικών δημόσιων πανεπιστημίων με μεγάλα ξένα πανεπιστήμια για τη δημιουργία κοινών μεταπτυχιακών προγραμμάτων σπουδών που θα πραγματοποιούνται στην Ελλάδα. Ο δεύτερος είναι τα μη κρατικά μη κερδοσκοπικά παραρτήματα ξένων πανεπιστημίων. Και ο τρίτος είναι η δυνατότητα ξένων φοιτητών να πραγματοποιούν σύντομες περιόδους σπουδών – ενός ή δύο εξαμήνων στην Ελλάδα.

Πότε θα λειτουργήσουν τα πρώτα μη κρατικά Πανεπιστήμια; Υπάρχει αισιοδοξία για την αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος;

Ο νόμος που ψηφίσαμε πέρυσι τον Μάρτιο προέβλεπε εξαρχής ότι η λειτουργία των παραρτημάτων θα δύναται να ξεκινήσει τον Σεπτέμβριο του 2025. Αυτές τις ημέρες πραγματοποιείται η υποβολή των σχετικών αιτήσεων και θα ακολουθήσει η αξιολόγησή τους – σύμφωνα με τα αυστηρά κριτήρια που θέσαμε στο νόμο – από την Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης. Την άνοιξη θα ανακοινώσουμε τα παραρτήματα που θα ανοίξουν τις πόρτες τους από το νέο ακαδημαϊκό έτος. Αυτή η μεταρρύθμιση βεβαίως δεν θα κριθεί σε μια χρονιά. Χρειάζεται ένα διάστημα, ώστε η Ελλάδα να εξελιχθεί σε ένα διεθνές εκπαιδευτικό κέντρο.

Η αναθεώρηση του άρθρου 16 παραμένει επιδίωξη της Νέας Δημοκρατίας, ώστε πέρα από την εγκατάσταση παραρτημάτων να επιτρέπουμε και τη σύσταση νέων πανεπιστημίων, όπως ισχύει σε όλες τις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης. Επενδύουμε στο άνοιγμα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης γιατί πιστεύουμε ότι μόνο έτσι θα μπορεί η Παιδεία να επιτελεί πλήρως τον ρόλο της ως μοχλός κοινωνικής κινητικότητας. Θα έχουμε όμως τη δυνατότητα να συζητήσουμε σε αυτά, στον προβλεπόμενο από το Σύνταγμα χρόνο.

Ποιες συμπράξεις δημόσιων Πανεπιστημίων με ξένα Ιδρύματα μπορείτε να μας αναγγείλετε; Έχετε συνεργασίες με άλλες χώρες;

Αυτή τη στιγμή εξετάζονται από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Παιδείας περισσότερες από 100 προτάσεις συνεργασίας που έχουν υποβάλει και τα 24 δημόσια Πανεπιστήμιά μας. Οι προτάσεις αυτές είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσες στο σύνολό τους, ενώ πολλές περιλαμβάνουν σημαντικά ακαδημαϊκά ιδρύματα του εξωτερικού, όπως το Yale ή το Πανεπιστήμιο της California. Σύντομα θα έχουμε τις σχετικές ανακοινώσεις και θα επικεντρωθούμε σε αυτά τα προγράμματα, γιατί αυτή η όσμωση και η εξωστρέφεια θα λειτουργήσει ευεργετικά για τα δημόσια ΑΕΙ. Γι’ αυτό, άλλωστε, έχουμε αρχικά κατευθύνει για τη στήριξη αυτών των κοινών προγραμμάτων 62 εκατομμύρια ευρώ μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και έχουμε δεσμευτεί να στηρίξουμε όσο το δυνατόν περισσότερες προτάσεις.

Με βάση την τετραετή σας θητεία στο Υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης, πώς μπορεί η τεχνογνωσία αυτή να μεταφερθεί στην Εκπαίδευση;

Τα δύο υπουργεία έχουν μια θεμελιώδη διαφορά και αυτή είναι ο χρόνος που απαιτείται για την παραγωγή αποτελέσματος. Ενώ στην ψηφιακή πολιτική μια αλλαγή, μια νέα πλατφόρμα μπορεί να παράγει αποτελέσματα μέσα σε διάστημα λίγων ωρών, στην Παιδεία ο σπόρος που φυτεύουμε σήμερα θα χρειαστεί κάποια χρόνια για να γίνει ορατό το αποτύπωμά του στο πεδίο. Ωστόσο, υπάρχει και ένας σημαντικός κοινός παρονομαστής μεταξύ των δύο υπουργείων: η ανάγκη για άλματα, προκειμένου να κλείσουμε τις εκκρεμότητες της χώρας με το παρελθόν. Η πιο σημαντική «τεχνογνωσία» που αντλούμε από την εμπειρία στο Υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης είναι ότι μπορούμε ως χώρα να πετύχουμε εκεί που υστερούμε, αρκεί να διαθέτουμε σχέδιο, να αξιοποιήσουμε σωστά κάθε διαθέσιμο πόρο και να δείξουμε εμπιστοσύνη στο ανθρώπινο δυναμικό μας.

Πώς σκέπτεσθε να επιλύσετε το πρόβλημα των χαμηλών επιδόσεων των Ελλήνων μαθητών στις εξετάσεις PISA;

Όλες οι καινοτομίες που εισάγουμε στα σχολεία, οι διαδραστικοί πίνακες, τα λογοτεχνικά βιβλία, το πολλαπλό βιβλίο, τα εργαστήρια δεξιοτήτων έχουν ως κοινό παρονομαστή την αλλαγή της φιλοσοφίας στο μάθημα. Από την αποστήθιση να περάσουμε στην αφομοίωση και στην κριτική σκέψη. Όλες μας οι πρωτοβουλίες σε αυτό στοχεύουν και αυτό μετράει ουσιαστικά και ο διαγωνισμός της Pisa: Tην ικανότητα των μαθητών να ανταποκρίνονται σε σύνθετα προβλήματα. Ο προηγούμενος διαγωνισμός έγινε σε συνθήκες πανδημίας κι εκεί οφείλεται η συνολική πτώση της απόδοσης των παιδιών, όχι μόνο στη χώρα μας, αλλά σε όλα τα κράτη της ΕΕ. Αυτό βεβαίως δεν μπορεί να είναι άλλοθι για να μην προσπαθούμε να γίνουμε καλύτεροι. Ο επόμενος διαγωνισμός θα διεξαχθεί τον Μάρτιο και τον Απρίλιο του 2025. Το Υπουργείο Παιδείας θα ενισχύσει με 4.500 φορητούς ηλεκτρονικούς υπολογιστές και 2.500 ενσύρματα ακουστικά τα σχολεία που θα λάβουν μέρος. Επιπλέον και οι εκπαιδευτικοί οι οποίοι θα συνδράμουν στη διεξαγωγή της έρευνας θα λάβουν έξτρα αποζημίωση. Θέλουμε να ενισχύσουμε και τους μαθητές και τους καθηγητές, να μετρήσουμε τις δυνάμεις μας και τα αποτελέσματα να γίνουν η πυξίδα μας για περαιτέρω αλλαγές που θα κριθούν αναγκαίες στο εκπαιδευτικό μας σύστημα.

Θα θέλατε να μας περιγράψετε το σχολείο που οραματίζεστε; Και πώς σχετίζονται με αυτό οι επόμενες παρεμβάσεις που έχετε εξαγγείλει, δηλαδή τα Ωνάσεια Σχολεία, το Διεθνές Απολυτήριο και η διεύρυνση των αρμοδιοτήτων των διευθυντών;

Ένα στοιχείο στο οποίο επενδύουμε ιδιαίτερα είναι η πολυτυπία στην εκπαίδευση. Θέλουμε να δημιουργήσουμε ένα σύστημα που θα χαρακτηρίζεται από πλουραλισμό, θα συνδυάζει καινοτομίες και θα δημιουργεί πολλαπλές εκπαιδευτικές ευκαιρίες για τους μαθητές.

Τα Ωνάσεια Σχολεία θα αποτελέσουν νέου τύπου σχολικές μονάδες, που θα προσιδιάζουν αρκετά στα Πρότυπα και τα Πειραματικά Σχολεία. Πρόκειται για 22 «Δημόσια Ωνάσεια Σχολεία» (11 Γυμνάσια και 11 Λύκεια) που θα αναπτύξουμε από κοινού με το Ίδρυμα Ωνάση σε όλη την επικράτεια – στο Λεκανοπέδιο, τη Θεσσαλονίκη και την επαρχία. Το Ίδρυμα Ωνάση θα διαθέσει 1 εκατομμύριο ευρώ ανά σχολείο για αναβάθμιση των υποδομών συν μισό εκατομμύριο κατ’ έτος για τα λειτουργικά έξοδα κάθε σχολείου. Έτσι, τα «Δημόσια Ωνάσεια Σχολεία» θα διαθέτουν άρτιες υποδομές, σύγχρονο τεχνολογικό εξοπλισμό, αλλά και εκπαιδευτικούς στους οποίους θα προσφέρονται σημαντικές ευκαιρίες επαγγελματικής ανάπτυξης.

Το χρονοδιάγραμμα προβλέπει τη λειτουργία των πρώτων Ωνάσειων Σχολείων τον ερχόμενο Σεπτέμβριο, και τη λειτουργία του συνόλου τον Σεπτέμβριο του 2026. Κυρίως, όμως, αξίζει να σταθούμε στο γεγονός ότι τα σχολεία αυτά θα δημιουργηθούν σε περιοχές με κοινωνικές και οικονομικές προκλήσεις, αναβαθμίζοντας συνολικά τη λειτουργία τους και εφαρμόζοντας καινοτόμες εκπαιδευτικές πρακτικές. Και αυτό νομίζω πως αποτυπώνει ξεκάθαρα τις προθέσεις και τις προτεραιότητές μας γύρω από το δημόσιο σύστημα εκπαίδευσης.

Το Διεθνές Απολυτήριο είναι ένα πρόγραμμα σπουδών που εστιάζει στην ανάπτυξη της κριτικής σκέψης και των δεξιοτήτων ανάλυσης και επίλυσης προβλημάτων. Στην Ελλάδα ισχύει εδώ και τριάντα χρόνια καθώς νομοθετήθηκε ήδη από το 1995, ωστόσο μέχρι στιγμής αξιοποιείται μόνο από ιδιωτικά σχολεία. Εμείς αυτό που ερχόμαστε να κάνουμε είναι να δώσουμε αυτή τη δυνατότητα εντελώς δωρεάν και σε παιδιά που φοιτούν στο δημόσιο σύστημα εκπαίδευσης, ξεκινώντας τον Σεπτέμβριο του 2026 με Πρότυπα και Πειραματικά Σχολεία και με την προοπτική να διευρύνουμε περαιτέρω τη δυνατότητα αυτή σε ολοένα και περισσότερα σχολεία.

Τέλος, όσον αφορά στις αρμοδιότητες των διευθυντών, σύμφωνα με τα στοιχεία του 2018, η Ελλάδα βρίσκεται στην τελευταία θέση μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ ως προς τον βαθμό ελευθερίας κάθε σχολείου τόσο στο ωρολόγιο πρόγραμμα, όσο και στην «εσωτερική διακυβέρνηση». Η προκάτοχός μου έκανε τα πρώτα βήματα για τη διεύρυνση της αυτονομίας των σχολικών μονάδων και εμείς ερχόμαστε, πατώντας πάνω σε αυτά τα βήματα, να την αυξήσουμε ακόμα περισσότερο δίνοντας περισσότερες δυνατότητες παρέμβασης στο ωρολόγιο πρόγραμμα, στην κατανομή ωρών στους εκπαιδευτικούς και στην κατά προτεραιότητα αξιολόγηση συγκεκριμένων εκπαιδευτικών στη σχολική του μονάδα.