Ένας λησμονημένος Κύπριος ποιητής, ο Τεύκρος Ανθίας έχει γράψει ένα ποίημα που ο ακροτελευταίος του στίχος είναι: «Τώρα που ο άνθρωπος έκανε τη Γη και όλο το σύμπαν σπίτι». Θεωρείτε πως είμαστε κοντά ή πως απέχουμε από την υλοποίηση του στίχου αυτού;
Κυριολεκτικά μιλώντας, θεωρώ πως βρισκόμαστε σε αυτή την πορεία, σε αυτό το διαρκές ταξίδι. Νομίζω, όμως, ότι η πιο ενδιαφέρουσα είναι η μεταφορική ερμηνεία του στίχου. Η πρόοδος της επιστήμης ή ευρύτερα οι διαρκείς κατακτήσεις της ανθρωπότητας συνιστούν κυρίως κατακτήσεις ενός συγκεκριμένου τρόπου σκέψης, κατακτήσεις του νου έναντι του χώρου. Και ο τρόπος σκέψης αυτός έχει στον πυρήνα του την προσέγγιση αυτού του στίχου.
Δίνετε την εντύπωση ενός ανθρώπου με βεβαιότητες εσωτερικές, ενός ανθρώπου αυτάρκη. Κατά πόσο η εικόνα αυτή ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα;
Βεβαιότητες συνήθως έχεις όταν αρχίζεις να διαμορφώνεις άποψη για τον έξω κόσμο – ως παιδί ή στην εφηβεία. Στην πορεία, ακόμα και αν δεν το πράξεις εσύ, η ζωή έρχεται να αμφισβητήσει τις βεβαιότητές σου για εσένα. Κατ’εμέ, αποτελεί σημάδι ωριμότητας το να μην εγκλωβίζεσαι σε αυτές. Μέσα από τη διαρκή διαχείριση των ερωτημάτων που θέτεις, καταλήγεις σε νέα σημεία ισοροπίας με τον εαυτό σου. Δεν πιστεύω στις βεβαιότητες – αντίθετα πιστεύω στη διαρκή αναζήτηση, τη διαρκή βελτίωση, τη διαρκή πρόοδο. Αντί για «βεβαιότητες» προκρίνω την έννοια «σταθερές». Ιδιαίτερα όταν αυτή αφορά πρόσωπα, τόπους, συναισθήματα και αξίες. Όσα κυρίως δεν λεκτικοποιείς αλλά σίγουρα αισθάνεσαι.
Ποια έργα λογοτεχνικά πιστεύετε να έχουν λειτουργήσει στην πορεία σας ως δρομοδείχτες;
Πολλά. Ίσως περισσότερα από όσα θα μπορούσα να αναφέρω εδώ. Ενδεικτικά και χωρίς εσωτερική κατάταξη, το κάθε ένα από τα παρακάτω έργα μου «μίλησε» σε συγκεκριμένες περιόδους της ζωής μου: «Το Εκκρεμές του Φουκώ» του Ουμπέρτο Έκο, το «Dune» του Φρανκ Χέρμπερτ, το «Foundation» του Ισαακ Ασίμωφ, «o Ξένος» του Αλμπέρ Καμύ, «Ο Μάγος» του Τζών Φόουλς, ο «Γιούγκερμαν» του Μ. Καραγάτση, η «Αναφορά στο Γκρέκο» του Νίκου Καζαντζάκη, «Το Σοφό Παιδί» του Χρήστου Χωμενίδη, «Ο Θείος Πέτρος και η Εικασία του Γκόλντμπαχ» του Απόστολου Δοξιάδη, «Ο Άρχοντας των Δαχτυλιδιών» του Τζ.Ρ.Ρ.Τόλκιν, «Το Εργοστάσιο των Μολυβιών» της Σώτης Τριανταφύλλου.
Πως εξηγείτε το γεγονός ότι μια μεγάλη μερίδα επιστημόνων (για παράδειγμα γιατροί, αστροφυσικοί) για να μην γράψουμε στην πλειοψηφία τους, καταφάσκουν στην ύπαρξη του Θεού;
Εκτιμώ πως αξιολογούν ότι πίστη και επιστήμη δεν συνιστούν αντικρουόμενες έννοιες. Και αυτή είναι μια άποψη την οποία απολύτως ασπάζομαι.
Αν ήταν δυνατόν να προκαλέσετε μια σύναξη μεγάλων ιστορικών προσωπικοτήτων ποιες θα ήταν αυτές;
Δεν θα αναζητούσα μια τεχνητή σύναξη προσωπικοτήτων – περισσότερο θα είχα την περιέργεια να βρεθώ σε μια πραγματική τέτοια ιστορική σύναξη ως παρατηρητής. Υπήρξαν συγκυρίες όπου μεγάλες προσωπικότητες συνυπήρξαν και αλληλεπέδρασαν, επιδρώντας καθοριστικά με τη σειρά τους στα δρώμενα της εποχής τους. Και, μάλιστα, αυτό συνήθως συνέβη σε επαναστάσεις. Γαλλική επανάσταση: Δαντόν, Μαρά, Ροβεσπιέρος, Μιραμπώ. Αμερικανική επανάσταση: Φράνκλιν, Ουάσινγκτον, Τζέφερσον, Άνταμς, Μάντισον. Και, φυσικά, Ελληνική επανάσταση: Κολοκοτρώνης, Δημήτριος & Αλέξανδρος Υψηλάντης, Μαυρογένους, Α.Μαυροκορδάτος, Σ.Τρικούπης κ.α.
Αγαπάτε τον Κινηματογράφο;
Μαζί με τη λογοτεχνία, ο κινηματογράφος θεμελιώνει το ρητό του Ουμπέρτο Έκο ότι «διαβάζοντας ζούμε περισσότερο». Στην πραγματικότητα, οι ιστορίες που είτε διαβάζουμε είτε βλέπουμε στην οθόνη προστίθενται σε ένα απόθεμα παραστάσεων που κανείς συσσωρεύει. Κάποιες τις μεταβολίζουμε βιώνοντάς τις, άλλες μέσω αφηγήσεων. Αγαπώ πολύ το έργο των Στανλεϊ Κιόυμπρικ, Μάρτιν Σκορσέζε, Φράνσις Φόρντ Κόπολα, Ακίρα Κιροσάβα, Γονγκ Καρ Γουάι, Μάικλ Μάν, Κρίστοφερ Νόλαν. Τα τελευταία χρόνια, φυσικά, βιώνουμε σε ένα βαθμό μια μετάβαση από τη μεγάλη στη μικρή οθόνη μέσα από πλατφόρμες περιεχομένου, όπως της Netflix, της Apple, της Amazon κ.α. Η πανδημία εκ των πραγμάτων ώθησε περαιτέρω προς αυτήν την κατεύθυνση. Υπάρχουν σειρές όπως το West Wing παλαιότερα ή το Crown, τις οποίες επίσης θα ξεχώριζα.
Ταυτόχρονα, στην Ελλάδα, η γενιά μου μεγάλωσε με φιγούρες όπως ο Χόρν, η Λαμπέτη, ο Κωνσταντάρας, ο Λογοθετίδης, ο Ηλιόπουλος. Τα πρόσωπα αυτά έγιναν κομμάτι της κάθε ελληνικής οικογένειας – και οι ιστορίες που αφηγήθηκαν έγιναν οι δικές μας ιστορίες. Εκτιμώ πως η σημερινή κοινότητα Ελλήνων δημιουργών έχει τεράστιες δυνατότητες και μπορεί να απελευθερώσει μεγάλο αφηγηματικό δυναμικό με διεθνή εμβέλεια. Η πολιτεία αυξανόμενα επιδιώκει να δομήσει κίνητρα και ένα ευεργετικό περιβάλλον ώστε όχι μόνο να προσελκύσουμε μεγάλες ξένες παραγωγές στην Ελλάδα αλλά, κυρίως, να μπορέσουν οι εγχώριοι δημιουργοί να βρούν πεδίο έκφρασης και δημιουργίας.
Μεγάλο μέρος των σπουδών σας το πραγματοποιήσατε εκτός Ελλάδος. Τι κρατάτε από την παραμονή σας σε άλλους τόπους;
Μεγάλο μέρος των σπουδών μου πράγματι το πέρασα στις Ηνωμένες Πολιτείες, στη Βοστόνη. Κρατώ πολλά– πρόσωπα, εμπειρίες, ιδέες, διαλέξεις, περιηγήσεις. Κρατώ το συναίσθημα κάποιου που για πρώτη φορά πατά το πόδι του σε μια νέα ήπειρο έχοντας αφήσει πίσω του – για λίγο – όσα αγαπά για να κατακτήσει κάτι νέο. Κυρίως όμως κρατώ μια πεποίθηση: ότι η Ελλάδα μπορεί να ξεχωρίσει. Έχουμε όλα τα πρωτογενή χαρακτηριστικά τα οποία κάτι τέτοιο μας το επιτρέπουν. Και δεν αναφέρομαι μόνο στη θέση ή το ιστορικό απόθεμα της χώρας. Κυρίως αναφέρομαι στους ανθρώπους της, διασκορπισμένους σε όλα τα σημεία της γης αλλά με κοινή αφετηρία αυτόν τον τόπο. Αυτό το οποίο μας είχε λείψει παλαιότερα ήταν σίγουρα η στρατηγική στόχευση, το σχέδιο, τα κατάλληλα πρόσωπα στις κατάλληλες θέσεις. Όμως κυρίως αυτό που πρέπει να αλλάξουμε είναι μια πεποίθηση που κρύβουμε μέσα μας, ότι δεν είναι εφικτό να αλλάξουν κάποια πράγματα, ότι «έτσι είναι». Λοιπόν, όχι, δεν είναι έτσι. Είναι απολύτως εφικτό να αλλάξουν τα περισσότερα πράγματα τα οποία θέλουμε να αλλάξουμε. Αρκεί να μελετήσει κανείς επακριβώς το πως θα το κάνει. Και, φυσικά, πάνω από όλα, αρκεί να το θέλει.